Τα τελευταία χρόνια, ολοένα και περισσότεροι επαγγελματίες υγείας — αλλά και άτομα που έχουν εξαντληθεί από τις επαναλαμβανόμενες δίαιτες — στρέφονται σε μια πιο ήπια και ουσιαστική προσέγγιση γύρω από το φαγητό και τη διατροφή. Η παραδοσιακή λογική της «δίαιτας» αμφισβητείται, καθώς τα ποσοστά αποτυχίας είναι υψηλά, οι υποτροπές συχνές, και η σχέση του ατόμου με το σώμα του γίνεται σταδιακά πιο εύθραυστη. Σε αυτό το πλαίσιο, αρχίζει να κερδίζει έδαφος μια νέα — ή καλύτερα, εναλλακτική — φιλοσοφία: η προσέγγιση χωρίς δίαιτα (anti-diet).
Πρόκειται για έναν τρόπο σκέψης και πρακτικής που απομακρύνεται ριζικά από τις κλασικές δίαιτες, τα μενού περιορισμού θερμίδων και τις αυστηρές οδηγίες «σωστού» ή «λάθους» φαγητού. Αντί να εστιάζει στην απώλεια βάρους, δίνει προτεραιότητα στην αποκατάσταση μιας υγιούς σχέσης με την τροφή και με το ίδιο το σώμα. Η anti-diet προσέγγιση υποστηρίζει ότι το άτομο δεν χρειάζεται να διορθώσει το σώμα του, αλλά να μάθει να το εμπιστεύεται ξανά. Ότι το φαγητό δεν είναι εχθρός που πρέπει να πολεμηθεί, αλλά μέσο φροντίδας και στήριξης.
Αν δεν έχεις έρθει σε επαφή με αυτή την προσέγγιση, ίσως να ακούγεται αφηρημένη ή ακόμα και «αντιεπιστημονική». Στην πραγματικότητα, όμως, βασίζεται σε αρχές ψυχολογίας, αυτορρύθμισης, συμπόνιας προς τον εαυτό και σε ένα πλήθος ερευνών που αναδεικνύουν τις αρνητικές συνέπειες της χρόνιας δίαιτας και του μοντέλου υγείας που χρησιμοποιεί το βάρος του σώματος ως μόνο δείκτη αξιολόγησης.
Όμως τι σημαίνει αυτή η θεωρία στην πράξη; Πώς είναι μια συνεδρία με έναν διαιτολόγο που δεν θέλει απλά να σε βάλει να κάνεις δίαιτα; Και πώς διαφέρει ουσιαστικά από μια συνεδρία όπου το βάρος και ο έλεγχος βρίσκονται στο επίκεντρο; Αυτό ακριβώς θα δούμε παρακάτω, μέσα από ένα ρεαλιστικό παράδειγμα.
Η ίδια φράση, δύο διαφορετικές συνεδρίες
Για να κατανοήσουμε σε βάθος τη διαφορά ανάμεσα στην παραδοσιακή και την προσέγγιση χωρίς στόχο τη δίαιτα (anti-diet), δεν αρκεί να μιλήσουμε θεωρητικά. Χρειάζεται να δούμε πώς μεταφράζονται αυτές οι δύο φιλοσοφίες στη πραγματικότητα μιας συνεδρίας.
Φαντάσου λοιπόν ότι μια γυναίκα — ας την ονομάσουμε Μαρία — ζητά βοήθεια από έναν διαιτολόγο. Είναι 36 ετών, εργάζεται πολλές ώρες και νιώθει πως δεν έχει καλή σχέση με το φαγητό. Ένα από τα ζητήματα που την απασχολούν ιδιαίτερα είναι η βραδινή υπερφαγία. Συγκεκριμένα, λέει στον διαιτολόγο:
«Το βράδυ τρώω υπερβολικά. Νιώθω πως δεν μπορώ να το ελέγξω. Τι να κάνω;»
Πρόκειται για μια φράση που χιλιάδες άνθρωποι έχουν εκφράσει — με ενοχή, ντροπή ή απογοήτευση — μέσα στο γραφείο ενός διαιτολόγου. Ανάλογα με την προσέγγιση του επαγγελματία, η κατεύθυνση που θα πάρει η συνεδρία μπορεί να είναι εντελώς διαφορετική. Και μαζί της, διαφορετική θα είναι και η εμπειρία της Μαρίας: ο τρόπος που θα νιώσει, οι σκέψεις που θα κάνει για τον εαυτό της, τα συμπεράσματα που θα κρατήσει.
Ας δούμε λοιπόν πώς μπορεί να εξελιχθεί αυτή η συνάντηση – πρώτα μέσα από το πρίσμα της παραδοσιακής δίαιτας και έπειτα με τα μάτια μιας προσέγγισης που δεν έχει στόχο τη δίαιτα (anti-diet).
Η παραδοσιακή συνεδρία με στόχο την δίαιτα: η πειθαρχία ως θεραπεία
Σε μια συνεδρία βασισμένη στην παραδοσιακή προσέγγιση, η αναφορά της Μαρίας για υπερφαγία το βράδυ ερμηνεύεται ως ένδειξη αποτυχίας ελέγχου. Η αντιμετώπιση επικεντρώνεται κυρίως στο συμπεριφορικό κομμάτι και στο πώς μπορεί να «διορθωθεί» η κατάσταση μέσα από περιορισμούς, οδηγίες και κανόνες.
Η πρώτη ερώτηση πιθανόν να αφορά τις θερμίδες: «Μήπως τρως πολύ λίγο μέσα στη μέρα και μετά ξεσπάς το βράδυ;» ή «Πόσες θερμίδες έχεις καταναλώσει συνολικά;». Ο διαιτολόγος καταρτίζει ένα διατροφικό πλάνο με αυστηρά ωράρια και ελεγχόμενες ποσότητες, δίνοντας έμφαση στην αποφυγή φαγητού μετά από συγκεκριμένη ώρα – συνήθως μετά τις 20:00. Σε περίπτωση λιγούρας, η σύσταση είναι τυπικά ένα φρούτο, ένα τσάι ή… απλώς λίγο «πειθαρχία».
Η στάση αυτή δεν είναι απαραίτητα σκληρή ή αδιάφορη. Αντιθέτως, βασίζεται σε μια διαδεδομένη πεποίθηση: ότι η απώλεια βάρους και ο αυτοέλεγχος συνδέονται άμεσα με την υγεία και την προσωπική επιτυχία. Ωστόσο, μέσα από αυτό το πρίσμα, το σώμα αντιμετωπίζεται περισσότερο ως μηχανισμός προς ρύθμιση και λιγότερο ως οργανισμός προς κατανόηση.
Αυτό που παραβλέπεται είναι ο ψυχολογικός και συναισθηματικός κόσμος του ατόμου. Στη Μαρία δεν δίνεται χώρος να μιλήσει για το πώς ένιωσε εκείνο το βράδυ, για το αν πείνασε πραγματικά, αν ήταν κουρασμένη, αγχωμένη ή συναισθηματικά φορτισμένη. Το πρόβλημα ορίζεται αποκλειστικά ως διατροφική συμπεριφορά που πρέπει να «κοπεί».
Το αποτέλεσμα; Η Μαρία μπορεί να αποχωρήσει με ένα πλάνο γεμάτο κανόνες και μια αίσθηση προσωρινής ανακούφισης. Όμως, στο βάθος, συνεχίζει να νιώθει πως κάτι δεν πάει καλά μ’ εκείνη. Πως το φαγητό είναι εχθρός και πως εκείνη χρειάζεται περισσότερη δύναμη για να «νικήσει» το σώμα της. Αυτή η αίσθηση, δυστυχώς, σπάνια οδηγεί σε μακροπρόθεσμη αλλαγή.
Η εναλλακτική συνεδρία χωρίς στόχο τη δίαιτα (anti-diet): φροντίδα αντί για έλεγχο
Σε αντίθεση με τη λογική της επιβολής και της διόρθωσης, η εναλλακτική προσέγγιση ξεκινά από ένα εντελώς διαφορετικό σημείο: την παρατήρηση χωρίς κριτική. Όταν η Μαρία λέει «τρώω υπερβολικά το βράδυ», ο επαγγελματίας δεν σπεύδει να υποθέσει πως χρειάζεται απλώς περισσότερη αυτοσυγκράτηση. Αντίθετα, επιδιώκει να κατανοήσει το πλαίσιο γύρω από τη συμπεριφορά της.
Η συζήτηση ξεκινά με ερωτήσεις που ανοίγουν χώρο για ειλικρίνεια και εξερεύνηση:
– Πώς ήταν η ημέρα σου πριν νιώσεις αυτή την ανάγκη για φαγητό;
– Υπήρχαν γεύματα που παρέλειψες ή καταστάσεις που σε καταπόνησαν σωματικά ή συναισθηματικά;
– Πώς ένιωσες πριν και μετά το φαγητό; Τι πιστεύεις ότι προσπάθησες να ικανοποιήσεις εκείνη τη στιγμή;
Η συνεδρία δεν επικεντρώνεται στην εξάλειψη της συμπεριφοράς, αλλά στην κατανόηση του νοήματός της. Στο πλαίσιο αυτό, το φαγητό δεν θεωρείται από μόνο του πρόβλημα· είναι ένα σήμα. Μπορεί να δείχνει ότι το σώμα πεινάει πραγματικά, ότι το άτομο έχει στερηθεί ενέργεια κατά τη διάρκεια της ημέρας, ή ότι το φαγητό χρησιμοποιείται ως μέσο ρύθμισης του στρες, της μοναξιάς, της ανίας.
Σημαντικό είναι πως δεν υπάρχει ούτε στιγμή η ανάγκη να «διορθωθεί» η Μαρία. Αντιθέτως, της δίνεται η ευκαιρία να αναγνωρίσει τις ανάγκες που κρύβονται πίσω από τη συμπεριφορά, να τις ονοματίσει και – όταν είναι έτοιμη – να αρχίσει να τις φροντίζει με άλλους τρόπους, χωρίς ενοχές και χωρίς βιασύνη.
Η αίσθηση που δημιουργείται μέσα σε μια τέτοια συνεδρία είναι εντελώς διαφορετική: αντί για ντροπή, αναδύεται κατανόηση. Αντί για σύγκρουση με το σώμα, διαμορφώνεται μια πρώτη επαφή με την αυτοσυμπόνια. Η Μαρία, φεύγοντας, μπορεί να μην έχει στα χέρια της ένα “πλάνο δράσης” με ωράρια και μερίδες. Έχει όμως κάτι πολύ πιο πολύτιμο: την επίγνωση ότι δεν είναι ελαττωματική και ότι η συμπεριφορά της έχει νόημα, που αξίζει να διερευνηθεί με σεβασμό.
Δύο προσεγγίσεις, δύο εντελώς διαφορετικές εμπειρίες
Η διαφορά ανάμεσα στην παραδοσιακή συνεδρία και σε εκείνη που βασίζεται στην προσέγγιση χωρίς στόχο την δίαιτα (anti-diet) δεν περιορίζεται στις τεχνικές ή στις διατροφικές οδηγίες που δίνονται. Είναι μια διαφορά που αφορά το πλαίσιο σκέψης, τον τρόπο που ο επαγγελματίας βλέπει το άτομο απέναντί του, και – πάνω απ’ όλα – τη φύση της σχέσης που χτίζεται μέσα στη συνεδρία.
Στην παραδοσιακή προσέγγιση, το άτομο καλείται να συμμορφωθεί με ένα εξωτερικά δομημένο πρόγραμμα. Η επιτυχία κρίνεται συχνά με αριθμούς: βάρος, θερμίδες, μερίδες, κιλά που χάθηκαν. Όταν τα πράγματα δεν εξελίσσονται όπως αναμένεται, η ευθύνη μεταφέρεται συνήθως στο ίδιο το άτομο – που δεν είχε αρκετή πειθαρχία, δεν «πρόσεξε», δεν ακολούθησε τις οδηγίες. Το σώμα θεωρείται απρόβλεπτο ή επικίνδυνο, άρα πρέπει να τεθεί υπό έλεγχο.
Αντίθετα, στην συνεδρία που δεν είναι ο στόχος η δίαιτα, το άτομο θεωρείται αξιόπιστο αφηγηματικά και βιολογικά. Ο επαγγελματίας δεν προσπαθεί να επιβάλει λύσεις, αλλά να συνοδεύσει το άτομο σε μια διαδικασία παρατήρησης, επανασύνδεσης και κατανόησης των εσωτερικών του σημάτων. Η σχέση δεν χτίζεται πάνω στη συμμόρφωση, αλλά στην εμπιστοσύνη. Το σώμα αντιμετωπίζεται όχι ως πρόβλημα προς επίλυση, αλλά ως πολύτιμος συνεργάτης.
Το πιο ουσιαστικό, όμως, είναι το πώς νιώθει το ίδιο το άτομο μέσα από κάθε προσέγγιση. Στην πρώτη περίπτωση, η Μαρία μπορεί να φύγει με ένα πλάνο διατροφής, αλλά και με αμφιβολία για την αξία και τις ικανότητές της. Στη δεύτερη περίπτωση, μπορεί να μην πάρει άμεσες οδηγίες, αλλά φεύγει με μια νέα ματιά προς τον εαυτό της – και αυτό, πολλές φορές, είναι το σημείο απ’ όπου ξεκινά η πραγματική αλλαγή.
Τελικά, τι χρειάζεσαι;
Αν κάτι γίνεται φανερό μέσα από την παραπάνω σύγκριση, είναι ότι η διατροφή δεν είναι μόνο ζήτημα τροφών, θερμίδων και προγραμμάτων. Είναι, κυρίως, ζήτημα σχέσης: σχέσης με το σώμα, με το φαγητό, με την ίδια την εσωτερική φωνή του ατόμου. Και αυτή η σχέση έχει διαμορφωθεί μέσα από χρόνια προσπαθειών, προσδοκιών, απογοητεύσεων και εσωτερικευμένων κανόνων που συχνά δεν έχουν καμία σχέση με τις πραγματικές ανάγκες.
Αν έχεις βρεθεί ξανά και ξανά στον ίδιο φαύλο κύκλο – να ξεκινάς μια νέα δίαιτα, να την ακολουθείς για λίγο, να νιώθεις ότι “χαλάς” τα πράγματα, και να καταλήγεις με περισσότερη ενοχή από πριν – ίσως το πρόβλημα δεν είναι η θέλησή σου, αλλά το ίδιο το μοντέλο που εφαρμόζεις.
Η προσέγγιση χωρίς δίαιτες δεν προσφέρει εύκολες λύσεις. Δεν υπόσχεται γρήγορα αποτελέσματα, ούτε «μαγικές» μεθόδους. Αυτό που προσφέρει είναι χώρος: χώρος για παρατήρηση, κατανόηση και φροντίδα. Προσφέρει έναν τρόπο να σταματήσεις να βλέπεις το σώμα σου ως εχθρό και να αρχίσεις να το ακούς ως σύμμαχο.
Και αυτό, για πολλούς ανθρώπους, δεν είναι απλώς η αρχή μιας καλύτερης διατροφής. Είναι η αρχή μιας διαφορετικής ζωής.
Θες να δουλέψουμε μαζί με αυτή τη φιλοσοφία;
Αν νιώθεις ότι ήρθε η ώρα να αφήσεις πίσω σου τη λογική της δίαιτας και να αρχίσεις να φροντίζεις το σώμα σου με σεβασμό, ενσυναίσθηση και επιστημονική καθοδήγηση, είμαι εδώ για να σε στηρίξω.
Μαζί μπορούμε να χτίσουμε μια σχέση με το φαγητό που δεν βασίζεται στην ενοχή και τον έλεγχο, αλλά στη γνώση, την εμπιστοσύνη και τη βιωσιμότητα. Είναι απολύτως εντάξει αν δεν ξέρεις από πού να ξεκινήσεις — αυτός είναι ακριβώς ο λόγος που είμαι εδώ.
Αν θες να μη χάσεις καμία νέα άναρτηση, πήγαινε στο πλάι (αν είσαι από υπολογιστή) ή στο τέλος (αν είσαι από κινητό) αυτής της σελίδας και βάλε το mail σου εκεί που λέει “Αν θέλετε να ενημερώνεστε για κάθε νέα ανάρτηση“!
Οι φωτογραφίες είναι από το Canva.